- Γεράσιμος
- I
(Τρίκαλα, Κορινθία 1509 – Κεφαλονιά 1579). Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, πολιούχος της Κεφαλονιάς. Καταγόταν από την παλιά βυζαντινή οικογένεια των Νοταράδων. Πολύ νέος ακόμα πήγε στη Ζάκυνθο, για να συμπληρώσει ίσως τις σπουδές του. Αργότερα, αναζητώντας κατάλληλο τόπο για να μονάσει, περιηγήθηκε την ηπειρωτική Ελλάδα, έμεινε για λίγα χρόνια στο Άγιον Όρος και περίπου το 1540 κατέληξε στα Ιεροσόλυμα, όπου για δώδεκα χρόνια υπηρέτησε ως ιερέας στον εκεί ναό της Αναστάσεως. Το 1554 βρέθηκε και πάλι στη Ζάκυνθο, όπου μία φήμη αγιότητας άρχισε να συνοδεύει το όνομά του. Αποφεύγοντας τις εκδηλώσεις θαυμασμού των κατοίκων, πέρασε το 1559 στην Κεφαλονιά και εγκαταστάθηκε σε μία σπηλιά κοντά στο Αργοστόλι. Τον επόμενο χρόνο αποτραβήχτηκε στο εσωτερικό του νησιού, στην τοποθεσία Ομαλά, και άρχισε να αναδιοργανώνει ένα παλιό διαλυμένο μοναστήρι που λεγόταν Νέα Ιερουσαλήμ και σήμερα είναι γνωστό ως μονή του Αγίου Γ. Στα 19 χρόνια της ηγουμενίας του εκεί, η φήμη του Γ. ως αυστηρού ασκητή δεν περιορίστηκε μόνο στον στενό κύκλο των 20-25 μοναχών που είχαν μαζευτεί γύρω του, αλλά απλώθηκε σε όλη την περιοχή. Έτσι, αμέσως μετά τον θάνατό του, δημιουργήθηκε μια κίνηση επίσημης αναγνώρισής του ως αγίου, πράγμα που έγινε το 1622 με απόφαση του οικουμενικού πατριαρχείου. Από τότε δύο φορές τον χρόνο (16 Αυγούστου και 20 Οκτωβρίου) γιορτάζεται πανηγυρικά η μνήμη του αγίου Γ., ενώ διάφορα θαύματα και λαϊκές παραδόσεις συνδέθηκαν με το όνομά του.
Το εσωτερικό του ναού του Αγίου Γερασίμου, στα Ομαλά της Κεφαλονιάς (φωτ. Γ. Τζεβελέκη).
Τοιχογραφία του 11ου αι., εμπνευσμένη από τον βίο του αγίου Γερασίμου, που βρίσκεται στον Άγιο Νικόλαο τον Ορφανό, στη Θεσσαλονίκη.
IIΟ ναός του Αγίου Γερασίμου στην πόλη της Κεφαλονιάς.
Όνομα διαφόρων αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.1. Μοναχός (5ος αι.). Γεννήθηκε στη Λυκία και το 451 πήγε στα Ιεροσόλυμα και ύστερα ασκήτευσε στην έρημο, κοντά στη Νεκρά θάλασσα. Το 455 έχτισε λαύρα κοντά στις όχθες του Ιορδάνη, στην οποία συγκεντρώθηκαν, εξαιτίας της φήμης της αγιότητάς του, οι μοναχοί που ασκήτευαν στην περιοχή.2. Άγιος άγνωστων βιογραφικών στοιχείων. Η μνήμη του τιμάται, κατά τον κώδικα 53 της Μονής Βλατάδων, την 1η Ιουνίου και, κατά τον Συναξαριστή της έκδοσης Delehaye, στις 2 Ιουνίου.3. Ο όσιος (18ος αι.). Καταγόταν από το Λεοντάρι της Αρκαδίας. Έχτισε τη μονή της Αγίας Τριάδας Σουρβίας στην περιοχή του Βόλου (περ. 1740), όπου και μόνασε. Η μνήμη του τιμάται στις 15 Σεπτεμβρίου.4. Ο Αγιορείτης (Μεγάλο Χωριό Ευρυτανίας 1787 – 1812). Σε νεανική ηλικία ασπάστηκε τον ισλαμισμό στην Κωνσταντινούπολη, αλλά μετανόησε και έφυγε για το Άγιον Όρος. όπου έγινε μοναχός. Γύρισε αργότερα στην Κωνσταντινούπολη, οπότε και αποκεφαλίστηκε από τους Τούρκους (1812). Η μνήμη του τιμάται στις 3 Ιουλίου.IIIΌνομα πατριαρχών Κωνσταντινουπόλεως.1. Γ. Α’ (; – 1321). Καταγόταν από τη Φιλαδέλφεια της Λυδίας. Προηγουμένως υπήρξε ηγούμενος της μονής Μαγγάνων στην Κωνσταντινούπολη. Άπειρος στα διοικητικά της εκκλησίας, διακρίθηκε ωστόσο για τα ενάρετα και αυστηρά του ήθη.2. Γ. Β’ (; – 1689). Καταγόταν από την Κρήτη. Προηγουμένως μητροπολίτης Προϊλάβου της Βουλγαρίας και κατόπιν Τιρνόβου. Παύθηκε το 1675.3. Γ. Γ’ (; – 1797). Καταγόταν από την Κύπρο. Αρχικά υπήρξε μητροπολίτης Βιζύης, κατόπιν Νικομηδείας και αργότερα Δέρκων. Διακρίθηκε για τη μόρφωση και τον ανεπίληπτο βίο του. Παραιτήθηκε τελικά από τον θρόνο (1797) και αποσύρθηκε στα Θεραπειά, όπου και πέθανε λίγο αργότερα.IVΌνομα πατριαρχών Αλεξανδρείας.1. Γ. Α’ (Σπαρταλιώτης, Κρήτη 1560; – 1631). Για πρώτη φορά αναφέρεται ως βοηθός του πατριάρχη Αλεξανδρείας Μελέτιου Α’ Πηγά, ο οποίος τον διόρισε επίτροπο του πατριαρχικού θρόνου. Στη συνέχεια υπηρέτησε τον πατριάρχη Κύριλλο Λούκαρη και αργότερα, μετά την άνοδο του Λούκαρη στον οικουμενικό θρόνο, εξελέγη πατριάρχης Αλεξανδρείας. Για να αντιμετωπίσει οικονομικές δυσχέρειες, επιχείρησε πολλά ταξίδια για να εξοικονομήσει πόρους. Παράλληλα, ασχολήθηκε με τα γράμματα και σε αυτό τον βοήθησε και η γλωσσομάθειά του. Γνώριζε καλά την αραβική, τη λατινική, την εβραϊκή και την αρχαία ελληνική. Για ορισμένα κείμενά του που διασώθηκαν, κυρίως αινίγματα, αμφισβητείται η πατρότητά τους από τους νεότερους ερευνητές.2. Γ. Β’ (Παλλαδάς, ; – 1714). Καταγόταν από την Κρήτη. Διαδέχτηκε στον θρόνο τον Παρθένιο Α’. Πολλοί λόγοι του σώζονται σε κώδικες της Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης Αλεξανδρείας. Υπήρξε μια εξέχουσα μορφή λόγιου της εποχής του. Πέθανε στο Άγιον Όρος, όπου είχε αποσυρθεί τα τελευταία χρόνια της ζωής του.3. Γ. Γ’ (Γηράρης, ; – 1788). Καταγόταν από τη Λέρο και σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη. Υπήρξε πατριάρχης Αλεξανδρείας την περίοδο 1783-88. Μερίμνησε για την παιδεία σε αυτόν οφείλεται η ανασύσταση του ελληνικού σχολείου του Καΐρου. Έγραψε βιογραφία του προηγούμενου και διάφορα θρησκευτικά κείμενα, πολλά από τα οποία εκδόθηκαν από τον Μανουήλ Γεδεών.V(1792; – 1867). Μοναχός, αγωνιστής του 1821, αρχιεπίσκοπος Αργολίδος (1852-67). Πήρε μέρος σε πολλές πολεμικές επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο και διακρίθηκε για τη γενναιότητά του. Το 1827 ονομάστηκε χιλίαρχος. Το 1852 εξελέγη αρχιεπίσκοπος Αργολίδος και συνέβαλε στην ανέγερση εκκλησιών στο Ναύπλιο, στο Άργος και σε άλλες πόλεις της αρχιεπισκοπής του.
Dictionary of Greek. 2013.